Η ενδομητρίωση είναι μια καλοήθης πάθηση, η οποία ταλαιπωρεί σε σημαντικό βαθμό τον γυναικείο πληθυσμό, λόγω της συχνότητας της εμφάνισής της, των συμπτωμάτων της και της δυσκολίας ως προς τη θεραπεία της.
Για να καταλάβουμε τι ακριβώς είναι η ενδομητρίωση, πρέπει πρώτα να εξηγηθεί τι είναι το ενδομήτριο. Το ενδομήτριο είναι το εσωτερικό τοίχωμα της μήτρας. Πρόκειται για μια βλεννογόνο μεμβράνη (ιστός) που παίζει πολύ σημαντικό ρόλο στην αρχή της εγκυμοσύνης. Υπό την επίδραση των ορμονών, αρχικά των οιστρογόνων και στη συνέχεια της προγεστερόνης, το ενδομήτριο κάθε μήνα παχαίνει και εμπλουτίζεται, προκειμένου να είναι έτοιμο να δεχτεί την εμφύτευση του γονιμοποιημένου ωαρίου στα τοιχώματά του, απαραίτητη προϋπόθεση για να αναπτυχθεί το έμβρυο. Αν δεν γονιμοποιηθεί το ωάριο, τότε η λειτουργική στοιβάδα του ενδομητρίου αποβάλλεται μαζί με το αίμα κατά την έμμηνο ρύση, 14 ημέρες μετά την ωορρηξία.
Η ενδομητρίωση είναι μια πάθηση, κατά την οποία ενδομητρικός ιστός, αντί να αναπτυχθεί στο εσωτερικό της μήτρας, αναπτύσσεται έξω από αυτήν, στα όργανα της κοιλιάς και της λεκάνης (έκτοπος ενδομητρικός ιστός).
Συχνότητα εμφάνισης
Πρόκειται για ένα από τα συχνότερα προβλήματα υγείας στις γυναίκες. Ωστόσο,
δεν υπάρχει ομοφωνία ως προς την έκταση που λαμβάνει στο γυναικείο πληθυσμό.
Πιστεύεται ότι παρουσιάζεται στο 5-15% των προεμμηνοπαυσιακών γυναικών, δηλ.
των γυναικών σε αναπαραγωγική ηλικία, με συχνότητα άνω του 50% σε γυναίκες που
πάσχουν από χρόνιο πυελικό άλγος και 20-50% στις υπογόνιμες γυναίκες. Εκδηλώνεται
δε συχνότερα στις ηλικίες των 30 ως 40 ετών.
Σε ποια σημεία του σώματος εμφανίζεται
συχνότερα
Η ενδομητρίωση εμφανίζεται συχνότερα: 1. Στο περιτόναιο (μεμβράνη που
περικλείει τα όργανα της κοιλιακής κοιλότητας), όπου προκαλεί έντονο πόνο, 2. Στις
ωοθήκες (ενδομητρίωμα), σχηματίζοντας «σοκολατοειδείς» κύστεις, 3. Στις σάλπιγγες,
4. Στους συνδέσμους που συγκρατούν τη μήτρα στη θέση της, 5. Στην εξωτερική επιφάνεια
της μήτρας και 6. Στην εσωτερική επιφάνεια της πυελικής κοιλότητας (λεκάνης).
Ωστόσο, είναι δυνατό να αναπτυχθεί ενδομητρίωση και στον κόλπο, στον τράχηλο
της μήτρας, στο αιδοίο, στο έντερο και σπανιότερα σε άλλα μέρη του σώματος,
όπως στους πνεύμονες, στον εγκέφαλο και στο δέρμα.
Σταδιοποίηση της ενδομητρίωσης
Ανάλογα με την έκταση των εστιών της ενδομητρίωσης προσδιορίζεται και ο
βαθμός της βαρύτητάς της από το 1 ως το 4. Στο στάδιο 1 της ενδομητρίωσης
υπάρχουν σχετικά λίγες εστίες, ενώ στο στάδιο 4 υπάρχουν εκτεταμένες εστίες και
σοβαρές συμφύσεις.
Τα συμπτώματα της ενδομητρίωσης
Τα συμπτώματα της ενδομητρίωσης ποικίλλουν. Ορισμένες γυναίκες, μάλιστα,
μπορεί να έχουν ελάχιστα ή και καθόλου συμπτώματα. Τα πιο συνήθη συμπτώματα
είναι τα εξής:
1. Χρόνιο Πυελικό Άλγος (πόνος
στην περιοχή της λεκάνης): εμφανίζεται περιοδικά, ακριβώς πριν ή ταυτόχρονα με
την εμμηνορυσία και εντοπίζεται ετερόπλευρα ή αμφοτερόπλευρα στα κάτω
τεταρτημόρια της κοιλιακής χώρας. Με την εξέλιξη της πάθησης, αυξάνεται ο πόνος,
ειδικά την εβδομάδα πριν από την έμμηνο ρύση, ενώ σε σοβαρές περιπτώσεις ο
πόνος επιμένει καθ’ όλη τη διάρκεια του μήνα. Ωστόσο, η έκταση της πάθησης δεν
σχετίζεται με την ένταση του πόνου, συμβαίνει δηλαδή γυναίκες με έντονο πόνο να
έχουν μικρές εστίες ενδομητρίωσης ή γυναίκες χωρίς καθόλου πόνο να έχουν
εκτεταμένες εστίες ενδομητρίωσης.
2. Υπογονιμότητα: οι ουλές και
οι συμφύσεις που προκαλεί η ενδομητρίωση διαταράσσουν την αρχιτεκτονική δομή
της λεκάνης και επηρεάζουν τη μεταφορά των ωαρίων από τις ωοθήκες προς τις
σάλπιγγες. Επίσης, λόγω της ενδομητρίωσης, το περιτοναϊκό υγρό αναστέλλει τη
λειτουργία του σπέρματος, κάτι που συμβαίνει στο 30-40% των γυναικών με
ενδομητρίωση. Πολλές υπογόνιμες γυναίκες έχουν ενδομητρίωση, χωρίς να είναι
αντιληπτό κανένα σύμπτωμα. Πρακτικά, 1 στις 3 γυναίκες με πρόβλημα ως προς τη
γονιμότητά τους έχουν ενδομητρίωση.
3. Δυσπαρεύνια (από το δυσ- και
το πάρευνος=αυτός που ξαπλώνει στο ίδιο κρεβάτι [ευνή]): είναι η παθολογική
κατάσταση, κατά την οποία η σεξουαλική επαφή είναι επώδυνη. Ο πόνος παρουσιάζεται
κατά τη διάρκεια ή μετά την επαφή και συμβαίνει μόνο στις σοβαρές περιπτώσεις
της νόσου. Επίσης, η ενδομητρίωση σχετίζεται με τον πόνο σε συγκεκριμένες στάσεις
κατά την σεξουαλική επαφή.
4. Ενόχληση του ορθού και τεινεσμός,
δηλαδή το αίσθημα του να θέλει κάποιος επιτακτικά να πάει στην τουαλέτα, χωρίς
όμως αποτέλεσμα.
5. Ανώμαλη αιμορραγία της μήτρας
(μητρορραγία).
Επίσης, αναφέρονται παρατεταμένη έμμηνος ρύση, κόπωση, ναυτία, δυσουρία,
εντερορραγία και γαστρεντερικά προβλήματα, όπως διάρροια, δυσκοιλιότητα και
φούσκωμα. Σπανιότατα, αναφέρονται έντονος πόνος στο στήθος και δυσκολία στην
αναπνοή ή και αιμόπτυση λόγω ενδομητρίωσης του πνεύμονα.
Τι προβλήματα προκαλεί η
ενδομητρίωση
Η ενδομητρίωση είναι καλοήθης πάθηση. Παρόλα αυτά, μπορεί να προκαλέσει
προβλήματα. Τα ενδομητρικά κύτταρα που αναπτύσσονται έξω από τη μήτρα έχουν την
ίδια συμπεριφορά με αυτά που βρίσκονται κανονικά μέσα στη μήτρα. Αυτό σημαίνει
ότι κάθε μήνα, υπό την επίδραση των ορμονών, αρχικά παχαίνουν και στη συνέχεια
αιμορραγούν, πλην όμως δεν έχουν τρόπο να εγκαταλείψουν το σώμα. Αυτό
δημιουργεί φλεγμονή, ερεθισμό, ουλές και συμφύσεις (μεμβράνες που συγκολλούν τα
όργανα μεταξύ τους). Κάθε φορά που εστίες ενδομητρικών κυττάρων αιμορραγούν, τα
ενδομητρικά κύτταρα εξαπλώνονται και έτσι οι εστίες πολλαπλασιάζονται
(προοδευτική φύση της ασθένειας). Καθώς ο ενδομητρικός ιστός αυξάνεται, μπορεί
να επεκταθεί επάνω ή μέσα στις ωοθήκες και να μπλοκάρει τις σάλπιγγες. Το
παγιδευμένο στις ωοθήκες αίμα μπορεί να σχηματίσει κύστεις (σοκολατοειδείς), οι
οποίες λόγω της θέσης τους μπορεί να εμποδίζουν τη σύλληψη.
Πώς διαγιγνώσκεται η ενδομητρίωση
Ενδείξεις για την ύπαρξη ενδομητρίωσης μπορεί να προκύψουν από τη λήψη αναλυτικού
ιστορικού της γυναίκας, τη γυναικολογική εξέταση, την κολποσκόπηση, το διακολπικό
ή διορθικό υπερηχογράφημα, την υστεροσαλπιγγογραφία, την αιματολογική εξέταση του
καρκινικού αντιγόνου CA 125 και
άλλες εξετάσεις. Με βεβαιότητα, όμως, η ενδομητρίωση διαγιγνώσκεται με λαπαροσκόπηση,
κατά την οποία ο γυναικολόγος ελέγχει για την ύπαρξη ενδομητρικού ιστού στις
σάλπιγγες, στις ωοθήκες, έξω από τη μήτρα και σε άλλα πιθανά σημεία και
διαπιστώνει τη θέση και την έκταση των ενδομητριωτικών εστιών.
Πώς θεραπεύεται η ενδομητρίωση
Η ενδομητρίωση δεν μπορεί να θεραπευτεί πλήρως. Μπορούν όμως να
αντιμετωπιστούν τα συμπτώματά της, και ειδικότερα ο πόνος και η υπογονιμότητα. Η
θεραπεία είναι φαρμακευτική, χειρουργική ή συνδυασμός και των δύο. Το είδος της
θεραπείας εξαρτάται τόσο από το στάδιο της νόσου, όσο και από σειρά άλλων
παραγόντων, όπως η ηλικία της ασθενούς, η επιθυμία για εγκυμοσύνη κ.ά.
Η φαρμακευτική αντιμετώπιση αποσκοπεί στη μείωση της παραγωγής ωοθηκικής
οιστραδιόλης, οπότε επιβραδύνεται η ανάπτυξη ενδομητρικού ιστού, ο οποίος, με
τη μειωμένη ορμονική δραστηριότητα, ατροφεί. Συνίσταται σε ορμονική θεραπεία με
αντισυλληπτικά δισκία, νταναζόλη, προγεσταγόνα, αγωνιστές του εκλυτικού
παράγοντα των γοναδοτροπινών, γκεστρινόνη και μιφεπριστόνη, καθώς και
αντικαταθλιπτικά σε χαμηλές δόσεις, ως συμπληρωματική θεραπεία προς όλα τα
παραπάνω.
Η χειρουργική θεραπεία στοχεύει στην εξαίρεση ή καυτηρίαση όλων των ορατών
ενδομητριωτικών εστιών, στη λύση των συμφύσεων και στην αποκατάσταση φυσιολογικών
ανατομικών σχέσεων.
Υπάρχουν σαφή δεδομένα που δείχνουν ότι ο συνδυασμός χειρουργικής και
φαρμακευτικής θεραπείας έχει την καλύτερη μακροπρόθεσμη βελτίωση των
συμπτωμάτων.
Χριστίνα Π. Βάντζου
Μαιευτήρας – Χειρουργός Γυναικολόγος
www.facebook.com/Christina.Vantzou.Gynecologist