Η χοριακή γοναδοτροπίνη (Human Chorionic Gonadotropin ή hCG), η οποία λαμβάνει διάφορες εμπορικές ονομασίες
(Pregnyl, Novarel, Profasi), χαρακτηρίζεται ως «ορμόνη της εγκυμοσύνης»,
διότι παράγεται από τον πλακούντα της γυναίκας με την εμφύτευση του ωαρίου στη
μήτρα, περίπου 3 μέρες μετά τη γονιμοποίησή του. Τα τεστ, με τα οποία
διαπιστώνεται η εγκυμοσύνη, στηρίζονται ακριβώς στην ανίχνευση της ορμόνης
αυτής στον οργανισμό της εγκύου (στα ούρα ή στο αίμα).
Ως φαρμακευτικό σκεύασμα η hCG χορηγείται σε ενέσιμη μορφή, όταν υπάρχουν ώριμα
ωοθυλάκια στις ωοθήκες, και μπορεί να βοηθήσει το ωάριο να ωριμάσει και μετά να
απελευθερωθεί (ωορρηξία), επιτρέποντας στη γυναίκα να συλλάβει. Χορηγείται μόνη
της ή σε συνδυασμό με άλλα φάρμακα για τη γονιμότητα.
Ο χρόνος που μεσολαβεί από την ένεση της hCG μέχρι την ωορρηξία είναι κρίσιμος, διότι με βάση το χρόνο αυτό προγραμματίζονται οι ενέργειες που αποσκοπούν στη σύλληψη, δηλ. η σεξουαλική επαφή ή η σπερματέγχυση (IUI). Ωστόσο, ο χρόνος της ωορρηξίας δεν μπορεί να υπολογιστεί με απόλυτη ακρίβεια. Ενδεικτικά, αναφέρω ότι κατά μία άποψη η ωορρηξία γίνεται 38-40 ώρες μετά από την ένεση, κατ’ άλλη άποψη γίνεται εντός 36 ωρών ή περίπου στις 36 ώρες, ενώ υπάρχουν κι άλλες απόψεις. Σε έρευνα του 1993 του Πανεπιστημίου του Vermont, διαπιστώθηκε ότι ο μέσος χρόνος ωορρηξίας ήταν 40,4 ώρες μετά από ενδομυική χορήγηση ένεσης hCG και 38,3 ώρες μετά από ενδοφλέβια χορήγηση, ενώ οι χρόνοι μεταξύ των γυναικών που συμμετείχαν στο τεστ κυμάνθηκαν από 36 ως 48 ώρες στην πρώτη περίπτωση και από 33 ως 48 ώρες στη δεύτερη περίπτωση. Συμπέρασμα της μελέτης ήταν ότι η ωορρηξία μπορεί να γίνει μέσα σε ένα μεγάλο εύρος χρόνου μετά τη χορήγηση της hCG. Σε άλλη έρευνα του 1995 του Πανεπιστημίου της Κοπεγχάγης, κατά την οποία η hCG χορηγήθηκε όταν το ωάριο είχε μέγεθος 18 χιλ. και κατά την οποία οι γυναίκες παρακολουθούνταν υπερηχογραφικά ανά μία ώρα από τις 32 ώρες και μετά, ο μέσος χρόνος ωορρηξίας ήταν 38,3 ώρες με εύρος από 34 ως 46 ώρες.
Η ωορρηξία συχνά, αλλά όχι πάντα, γίνεται αντιληπτή από τη γυναίκα, διότι προκαλεί
μια ήπια ενόχληση χαμηλά στην κοιλιά. Με βεβαιότητα, όμως, μπορεί να
διαπιστωθεί με υπερηχογράφημα (ένα ή περισσότερα, αν χρειαστεί) από το
γυναικολόγο. Μόλις γίνει η ωορρηξία, η σύλληψη μπορεί να γίνει έως 48 ώρες μετά,
εφόσον το ωάριο επιβιώνει ως 48 ώρες το μέγιστο από την ωορρηξία. Πιο πιθανή,
όμως, είναι η σύλληψη κατά το πρώτο 24ωρο, αφού αυτή είναι η συνηθέστερη
διάρκεια ζωής του. Κάποιες φορές, πάντως, απελευθερώνεται δεύτερο ή και
περισσότερα ωάρια, οπότε εκτείνεται αναλόγως το χρονικό διάστημα της
πιθανότητας σύλληψης, ενώ καθίσταται και πιθανή η δίδυμη ή πολύδυμη κύηση.
Συμπερασματικά, είναι αδύνατον να προσδιοριστεί ο ακριβής χρόνος της
ωορρηξίας μετά τη λήψη της χοριακής γοναδοτροπίνης. Σύμφωνα με τις προαναφερθείσες
έρευνες, η ωορρηξία θα πρέπει να αναμένεται περίπου στις 38 ώρες. Επομένως,
λίγες ώρες μετά την ένεση, είναι σκόπιμο να γίνει η επαφή ή η σπερματέγχυση,
δεδομένου και ότι τα σπερματοζωάρια χρειάζονται κάποιο χρόνο για να φτάσουν στη
σάλπιγγα, ο οποίος είναι αστάθμητος, εξαρτάται από διάφορους παράγοντες (κινητικότητα
του σπέρματος, «φιλικότητα» τραχηλικής βλέννης κλπ.) και μπορεί να κυμανθεί από
μισή ώρα μέχρι 3 μέρες, κατά μέσο όρο όμως 24 ώρες. Φυσικά, μπορεί να έχει
γίνει επαφή πριν από την ωορρηξία, αφού τα σπερματοζωάρια επιβιώνουν μέχρι 5
μέρες μέσα στο γυναικείο σώμα.
Όταν η hCG λαμβάνεται φαρμακευτικά, παραμένει στον οργανισμό της γυναίκας για περίπου
10-14 ημέρες ή και περισσότερο. Γι’ αυτό το λόγο, μετά την ενέσιμη λήψη της
χοριακής γοναδοτροπίνης, συνιστάται να μην γίνεται τεστ εγκυμοσύνης για τουλάχιστον
δύο εβδομάδες (ή και περισσότερο), προκειμένου να αποφευχθεί ένα ψευδώς θετικό
αποτέλεσμα. Αυτό, βέβαια, ισχύει για το τεστ ούρων που γίνεται στο σπίτι.
Μπορεί, όμως, να γίνει εξέταση της β-χοριακής στο αίμα, περίπου 10 μέρες μετά
την πιθανή ημερομηνία γονιμοποίησης (η β-χοριακή είναι η μία από τις δύο
υπομονάδες της hCG). Η εξέταση αυτή είναι πιο «ευαίσθητη» στην ανίχνευση της β-χοριακής. Θα
πρέπει να γίνουν δύο τεστ με διαφορά λίγων ημερών, τουλάχιστον δύο. Αν η τιμή
της β-χοριακής είναι μηδενική ή μειώνεται, τότε η γυναίκα δεν είναι έγκυος.
Αντίθετα, αν η τιμή αυξάνεται (περίπου διπλασιάζεται κάθε δύο μέρες), τότε διαπιστώνεται
εγκυμοσύνη.
Τονίζεται ότι η λήψη της χοριακής γοναδοτροπίνης μπορεί να γίνει μόνο με
απόφαση του γυναικολόγου και ύστερα από λήψη πλήρους ιατρικού ιστορικού της
γυναίκας. Ιδίως, πρέπει να ενημερωθεί ο γιατρός εάν η γυναίκα εμφανίζει αλλεργίες,
άσθμα, κύστεις στις ωοθήκες, πολυκυστικές ωοθήκες, καρκίνο, προβλήματα με τα
νεφρά, καρδιακές παθήσεις, ημικρανίες, επιληψία κλπ. Και τούτο, διότι η ουσία
αυτή (όπως όλα τα φάρμακα) έχει πιθανές παρενέργειες, ενώ σε μια σειρά
περιπτώσεων αντενδείκνυται η χορήγησή της. Επίσης, ποτέ δεν πρέπει να
ληφθεί αν υπάρχει ήδη εγκυμοσύνη.
Χριστίνα Π. Βάντζου
Μαιευτήρας - Γυναικολόγος
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.